Η ολοκληρωτική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και η ολοσχερής διάλυση του δημόσιου σχολείου

Μία πλήρης μελέτη για την αξιολόγηση από τον Γιώργο Μαυρογιώργο

Μετά την ανακοίνωση των δύο επιτροπών με αρμοδιότητα τη «διαχείριση» 2 περίπου εκατομμυρίων ευρώ για τις περίφημες «προπαρασκευαστικές ενέργειες», επαναφέρω ένα κείμενο που είχα αναρτήσει, ένα χρόνο περίπου πριν, και αναφέρεται σε αυτά που θα αποπειραθούν να επιβάλουν στο ελληνικό σχολείο. Οι όποιες διαμαρτυρίες και ψηφίσματα κάπου  εδώ τελειώνουν… Αρχίζει η μεγάλη μάχη για να κρατήσουμε το σχολείο ανοιχτό, δημοκρατικό και δημόσιο, με μια εφ όλης της ύλης αντιπαράθεση. Η συγκυρία το ευνοεί: «λίγα τα ψωμιά τους»!

Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού στην ελληνική εκπαίδευση καταγράφει μέχρι σήμερα, κατά βάση, τρία «επεισόδια». Το πρώτο «επεισόδιο» διαρκεί περίπου εκατόν πενήντα χρόνια (1834-1982): από την καθιέρωση του επιθεωρητή ως αξιολογητή και πειθαρχικού διοικητικού προϊσταμένου των εκπαιδευτικών μέχρι την κατάργησή του. Τα προσδιοριστικά στοιχεία του θεσμού αποδίδονται στη σχετική βιβλιογραφία με τον όρο «επιθεωρητισμός». Με τον όρο αυτό γίνεται αναφορά σε  ένα σύνολο κριτηρίων  αξιολόγησης, αρχών οργάνωσης και εφαρμογής της αξιολόγησης  που είχε σαφείς γραφειοκρατικούς, ιεραρχικούς, εποπτικούς, ελεγκτικούς, συμμορφωτικούς, αυταρχικούς, προληπτικούς και κατασταλτικούς προσανατολισμούς και προεκτάσεις στο έργο των εκπαιδευτικών. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο  είχε καταδικαστεί ως θεσμός στη συνείδηση των εκπαιδευτικών με αποτέλεσμα να διατυπωθεί  και έντονα το συνδικαλιστικό αίτημα για την κατάργησή του. Βέβαια, στο πλαίσιο αυτού του μακράς διάρκειας «επεισοδίου» σημειώθηκαν πολλές επιμέρους τομές και αλλαγές, τόσο στην ελληνική κοινωνία όσο και στην εκπαίδευση και στο θεσμό, ανάλογα με τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που διαμορφώνονταν κάθε φορά.

Το δεύτερο επεισόδιο κρατάει τριάντα  χρόνια (1982-2012). Μετά  την καθιέρωση του σχολικού συμβούλου, έχουμε μια διελκυστίνδα διαβουλεύσεων, αναβολών και διαπραγματεύσεων, νόμων και αναστολών. Τριάντα χρόνια  ακατάσχετης προτασεολογίας  έχουν κάνει μεγάλη ζημιά με την ιδεολογική ρύπανση που έχουν προκαλέσει στην κοινή γνώμη. Σχεδόν όλοι Υπουργοί Παιδείας εξήγγειλαν το δικό τους «διάλογο» για την παιδεία και κατέθεσαν τις προτάσεις τους για το θέμα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού που έμενε σε εκκρεμότητα. Δεν έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε μια ολοκληρωμένη παρουσίαση του υλικού και των απόψεων που έχουν κατατεθεί κατά καιρούς. Μόνο η απλή παράθεσή του αρκεί για να μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με έναν επιμελημένο «σκουπιδότοπο» προτάσεων, ανεφάρμοστων νόμων και διαταγμάτων. Αυτό μας επιτρέπει να ισχυριστούμε ότι η άσκηση εκπαιδευτικής πολιτικής δεν είναι θέμα  ψήφισης νόμων. Οι νόμοι είναι ανενεργοί όταν η κοινωνική δυναμική  εισβάλλει  στο θεσμικό.

Οι  όποιες απόπειρες για καθιέρωση  διαδικασιών και κριτηρίων αξιολόγησης  στην ελληνική εκπαίδευση προσέκρουσαν στις έντονες κινητοποιήσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εκπαιδευτικών. Δε φαίνεται να  θεμελιώνεται εύκολα η εκδοχή ότι η σχετική εκκρεμότητα οφείλεται σε υπόγειες διεργασίες ενός ιδιότυπου κομματικού ή κυβερνητικού  συνδικαλισμού ή «κοινωνικού κορπορατισμού» που επέτρεπε την αναβολή. Η απόρριψη από τη μεριά των εκπαιδευτικών των διάφορων σχεδίων, επιστημονικά και πολιτικά,  θεμελιωνόταν για το λόγο ότι αρνούνταν να υπονομεύουν το ίδιο τους το έργο και προστάτευαν τα όρια της σχετικής αυτονομίας κατά την άσκηση του έργου τους.

Ούτε, βέβαια, ευσταθεί η άποψη ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι εκπαιδευτικοί ήταν «εκτός ελέγχου». Υφίσταντο τις σιωπηρές και, συχνά, αποτελεσματικές μορφές ελέγχου στις αντιλήψεις τους και στην άσκηση του έργου τους με: τα αναλυτικά προγράμματα, τα «έτοιμα» σχολικά μαθήματα (το βιβλίο του δασκάλου με την κρατική διδακτική) και τα σχολικά βιβλία, την εισαγωγική επιμόρφωση, τα επιμορφωτικά σεμινάρια, τα λεγόμενα «καινοτομικά» προγράμματα, τις αλλεπάλληλες εκπαιδευτικές αλλαγές, τους  αιφνιδιασμούς, τους σχολικούς συμβούλους, τις εκθέσεις ΟΟΣΑ, τα αποτελέσματα του PISA, τα αποτελέσματα των εξετάσεων για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τη δυσφήμιση, το δημόσιο διασυρμό, κ.α. Όλα αυτά ασκούν συγκεκριμένη μορφή ελέγχου στο έργο των εκπαιδευτικών.

Το Τρίτο επεισόδιο:  Η «Τριλογία» μιας  ολοκληρωτικής αξιολόγησης για το «Σχολείο της Αγοράς»

Σήμερα, τη «φωτιά», για μια ακόμη φορά, τη βάζουν τα τρία κείμενα που συγκροτούν την πολιτική για την αξιολόγηση στην εκπαίδευση, έτσι, όπως αυτή εκφράζεται με τα νέα μέτρα για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και τη λεγόμενη «Ανεξάρτητη Αρχή διασφάλισης της Ποιότητας Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης». Μια ενδιαφέρουσα άσκηση συμμετοχής στην ανάλυση που διαβάζετε  θα ήταν να μελετήσετε οι ίδιοι οι αναγνώστες τα τρία αυτά κείμενα που έχουν δημοσιευτεί.

«Οίκοι Αξιολόγησης» και στην εκπαίδευση

Με βάση τη μελέτη των σχετικών κειμένων που έχουν δημοσιευτεί,  θα λέγαμε ότι  η πολιτική αξιολόγησης που επιχειρείται εγκαθιστά  μια διαδικασία πολυεπίπεδης ιεραρχικής πανοπτικής και γραφειοκρατικής επιτήρησης με προϋποθέσεις για αποτελεσματικότερη άσκηση  αυταρχικού και ολοκληρωτικού ελέγχου σε όλο το εύρος  της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δίνεται προτεραιότητα στο μάνατζμεντ  σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις,  η αξιολόγηση, έτσι όπως έχει σχεδιαστεί, έρχεται να επιτελέσει μια  ολοκληρωτική επιτήρηση σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, με τρόπο που να «κανονικοποιεί» την εκτροπή ή τη διαφορά και να  εξαναγκάζει σε συμμόρφωση. Η αξιολόγηση είναι περιστασιακή, περιπτωσιακή και μηχανιστική. Καταργεί την «ιστορία» της τάξης και της σχολικής μονάδας και υποβιβάζει το εκπαιδευτικό έργο και την παιδαγωγική-διδακτική ικανότητα σε μετρήσιμο τεχνικό μέγεθος.  Η εξατομίκευση της αξιολόγησης και της ευθύνης προωθεί την ιδεολογία του «ατομικισμού» και την ίδια στιγμή καταργεί την «αξιοπρέπεια της ατομικότητας». Η έκθεση αξιολόγησης καταγράφει αξιολογικές κρίσεις και μετατρέπει τον εκπαιδευτικό σε «ντοκουμέντο» για κάθε μελλοντική χρήση. Μια τέτοια έκθεση παράγει την «αλήθεια» για το «ποιος είναι ικανός εκπαιδευτικός», από την πλευρά του συστήματος. Η λεγόμενη «αυτοαξιολόγηση» του εκπαιδευτικού ακυρώνεται, καθώς υπακούει και συμμορφώνεται στους σκοπούς, τις διαδικασίες και τις μεθοδολογικές προδιαγραφές της αξιολόγησης των αξιολογητών  και της «Ανεξάρτητης Αρχής». Η δυνατότητα ένστασης εμπλέκει τον εκπαιδευτικό σε μια παραπέρα εντατικοποίηση των όρων εργασίας του. Η σύνδεση της αξιολόγησης με την βαθμολογική εξέλιξη και τις ποσοστώσεις των προαγωγών επιτείνει τον ανταγωνισμό. Η υπόληψη που έχει η αξιολόγηση προσφέρεται για τη νομιμοποίηση απολύσεων κι αυτό ασκεί τρομοκρατία. Η συνάρτηση της αξιολόγησης με το «Πειθαρχικό Δίκαιο» καταργεί τα δικαιώματα των εκπαιδευτικών και θεσμοθετεί  τις πολιτικές  φόβου  στην άσκηση  για πειθαρχία. Ο έντονος ανταγωνισμός εκπαιδευτικών  υπονομεύει τις διαδικασίες συλλογικότητας που υποτίθεται ότι επιδιώκονται με την «εσωτερική αξιολόγηση» των σχολικών μονάδων. Ο Σύλλογος Διδασκόντων χάνει, έτσι, την όποια συλλογική έκφραση και δυναμική για «ενίσχυση των σχέσεων και των συνεργασιών». Με την ευθύνη που αναλαμβάνει για τη διεκπεραίωση της «εσωτερικής αξιολόγησης» της σχολικής μονάδας, ο Σύλλογος μετατρέπεται σε προέκταση της κρατικής εξουσίας σε επίπεδο σχολικής μονάδας, μια και προδιαγράφεται επακριβώς κάθε τι που έχει σχέση με  τους σκοπούς, τις διαδικασίες, τα κριτήρια και τα αποτελέσματα. Ουσιαστικά, και η «εσωτερική αξιολόγηση» ακυρώνεται, μια και συμμορφώνεται με τα κριτήρια και τις διαδικασίες της εξωτερικής αξιολόγησης. Την ίδια στιγμή που καταργούνται ή συγχωνεύονται οργανισμοί, καθιερώνεται νέος πολυδάπανος μηχανισμός («Ανεξάρτητη Αρχή, Παρατηρητήριο Αξιολόγησης,  Δίκτυο Πληροφόρησης, Επιτροπές Αξιολόγησης, κ. α.) με αποκλειστική ευθύνη την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και των σχολικών μονάδων. Έχουμε, πλέον, τα προπλάσματα «οίκων αξιολόγησης» και στην εκπαίδευση. Οι ίδιοι οι αξιολογητές/επιτηρητές επιτηρούνται μέσα σε ένα πλαίσιο ιεραρχικής πυραμίδας. Ακόμη και η λεγόμενη «Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης της  Ποιότητας» υπόκειται στον έλεγχο διεθνών οργανισμών και «οίκων αξιολόγησης» (βλ. ΟΟΣΑ). Το κόστος  είναι τεράστιο: ανθρώπινο δυναμικό, χρόνος και ενέργεια αφιερώνεται σε μια διαδικασία που καταργεί ή αναστέλλει την εκπαιδευτική διαδικασία.. Η αξιολόγηση δεν προσφέρεται για «επιστημονική και επαγγελματική εξέλιξη» του εκπαιδευτικού, καθώς κυριαρχεί έντονος αυταρχικός διοικητισμός εις βάρος της παιδαγωγικής κριτικής και του στοχασμού. Ορισμένα  από αυτά τα προσδιοριστικά στοιχεία υπήρχαν και στα προηγούμενα σχέδια που είχαν, κατά καιρούς εκπονηθεί ( Κάτσικας, Χ., Καββαδίας, Γ., 2002). Η νέα, ωστόσο, σύλληψη και σχεδιασμός περιλαμβάνει και νέες ρυθμίσεις που διαμορφώνουν τα  χαρακτηριστικά μιας ολοκληρωτικής εκδοχής για την αξιολόγηση στην εκπαίδευση.

Κάνουμε την υπόθεση εργασίας («στοίχημα» με όρους της αγοράς) ότι η πολιτική αξιολόγησης που προωθείται, μετά από 30 χρόνια ενός ιδιότυπου ανταρτοπόλεμου και ιδεολογικής ρύπανσης, συνιστά μια πολιτική  «ολοκληρωτικής αξιολόγησης» και ως τέτοια θα αναδειχθεί σε πεδίο έντονης και διαρκούς  διαπάλης στην εκπαίδευση για την εκπαίδευση και για την κοινωνία. Σε αυτό, δε μπορεί παρά να αξιοποιηθεί η εμπειρία της «αντίστασης» τριάντα ετών που έχει να επιδείξει ο κλάδος των εκπαιδευτικών. Πρόκειται, άλλωστε,  για τη  συντηρητικότερη εκδοχή αξιολόγησης που έχει προταθεί μέχρι σήμερα.

Η ολοκληρωτική αξιολόγηση που σχεδιάζεται και προωθείται είναι το «Εργαστήριο» διάλυσης της δημόσιας εκπαίδευσης και το όχημα για την εγκαθίδρυση και την καθιέρωση του «Σχολείου της Αγοράς», του σχολείου που κατ ευφημισμόν αποκαλείται «Νέο». Για να είναι αποτελεσματική η συγκρότηση του σχολείου της αγοράς απαραίτητη προϋπόθεση είναι η απόλυση μεγάλου αριθμού εκπαιδευτικών, η πειθάρχηση όσων εκπαιδευτικών εργάζονται, κάτω από νέες συνθήκες και εργασιακές σχέσεις, και η δραματική ανασυγκρότηση της επαγγελματικής τους ταυτότητας.

Οι  κοινωνικές λειτουργίες του σχολείου της αγοράς θα επιτελούνται και με τη μεσολάβηση  εκπαιδευτικών και  στελεχών εκπαίδευσης, οποίοι επιδιώκεται ώστε  υιοθετούν κατά την άσκηση του έργου τους νεοφιλελεύθερα προτάγματα κάποιας μορφής. Εκπαιδευτικοί και στελέχη της εκπαίδευσης στις χώρες της ΕΕ έχουν εκτεθεί για πολλά χρόνια  στις νεοφιλελεύθερες εκπαιδευτικές πολιτικές στις οποίες  κυριάρχησαν οι επιλογές των σχολικών αγορών, της αποκέντρωσης, της ελεύθερης επιλογής, της αποτελεσματικότητας, της ποιότητας, και της αξιολόγησης. Στο επίκεντρο της νεοφιλελεύθερης ανασυγκρότησης  βρίσκεται η προσπάθεια επιβολής στο εκπαιδευτικό πεδίο των αρχών του ιδιωτικοοικονομικού μάνατζμεντ, με σκοπό την εφαρμογή πολιτικών μείωσης του κόστους της εκπαίδευσης και ενίσχυσης της ικανότητας του αστικού κράτους να ελέγχει το αποτέλεσμά της.  Η θέση των στελεχών διοίκησης, εποπτείας και συμβουλευτικής γίνεται όλο και πιο σημαντική, καθώς, όλο και πιο πολύ αναλαμβάνουν ως τοποτηρητές εντολοδόχοι για την επιτήρηση για αποτελεσματική επιτέλεση των κοινωνικών αυτών λειτουργιών. Είναι, με άλλα λόγια, τα άγρυπνα μάτια που ασκούν μια μορφή ορατού ή αόρατου πανοπτικού ελέγχου στην εκπαίδευση. Για αυτό έχει δοθεί  προτεραιότητα στο μάνατζμεντ (αύξηση διοικητικών θέσεων, κίνητρα, ενίσχυση αρμοδιοτήτων) σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Παρατηρείται έξαρση διοικητισμού σε βάρος της παιδαγωγικής και της διδασκαλίας. Πώς αλλιώς, να εξηγήσουμε τη γοητεία που ασκούν τα ιδεολογήματα και τα νεφελώματα περί «εκπαιδευτικής ηγεσίας»;

Η ολοκληρωτική αξιολόγηση είναι το μέσο για την επίτευξη αυτών των στόχων. Πρόκειται για την προώθηση μιας ανελεύθερης εκπαιδευτικής διαδικασίας όπου η διοικητική ιεραρχία θα ελέγχει και θα επιβάλλει, από τα πάνω προς τα κάτω, τις κοινωνικές σχέσεις και τις δραστηριότητες εκπαιδευτικών, διευθυντών και προϊσταμένων, με ρυθμίσεις που ευνοούν την καταστολή της ελεύθερης κρίσης και την περιστολή/περιφρόνηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους. Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα σύστημα αξιολόγησης/Εργαστήριο πολυεπίπεδου  ιεραρχικού πανοπτισμού που θα ευνοεί τη φίμωση, τη λογοκρισία, τον εκμαυλισμό, την κηδεμόνευση,  τη συμμόρφωση, τον εξανδραποδισμό. Κυρίαρχα όπλα στην υπόθεση αυτή θα είναι ο συγκεντρωτικός έλεγχος διαδικασιών και αποτελεσμάτων, ο αυταρχισμός, η αυθαιρεσία, η ανομία, ο ανταγωνισμός και η εξατομίκευση, οι πελατειακές σχέσεις και η διαπλοκή, ο προσεταιρισμός και η συναίνεση, το δέλεαρ, ο φόβος, η δυσφήμηση, ο ευφημισμός.  Όλα αυτά θα είναι διαβρωτικά των συλλογικών υποκειμένων και των συλλογικών δράσεων.

Κρίση, εκπαίδευση  και το « Νέο Σχολείο της αγοράς»

Μες τη δίνη  των  ευρύτερων πολιτικών που εκπορεύονται από την υπογραφή των διαδοχικών μνημονίων και που  εφαρμόζονται τα τελευταία τρία χρόνια, στην Ελλάδα,  διαμορφώνονται τα προσδιοριστικά στοιχεία  μιας  αντίστοιχης εκπαιδευτικής πολιτικής που απορρέει από τις σχετικές δεσμεύσεις. Η γλώσσα της κρίσης επιστρατεύεται, για μια ακόμη φορά, με τη συνδρομή της νεοφιλελεύθερης ρητορικής που τη συνοδεύει, για να αναβαθμιστεί ο ρόλος της εκπαίδευσης στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης.

Το εγχείρημα για προώθηση των πολιτικών της λεγόμενης ελεύθερης καπιταλιστικής αγοράς και στην εκπαίδευση βρίσκεται σε έξαρση. Η συγκεκριμένη πολιτική  αξιολόγησης συνιστά μια ολοκληρωτική επίθεση  ενάντια στο δημόσιο σχολείο και στο δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα  της εκπαίδευσης που, σε συνδυασμό με την αποδιάρθρωση του κράτους πρόνοιας, προωθεί τη μετατροπή της σε προϊόν, εμπόρευμα και υπηρεσία στη λεγόμενη ελεύθερη αγορά. Η Βουλή των Ελλήνων, δηλαδή,  με νόμους εισάγει τους νόμους της αγοράς στην εκπαίδευση.

Στο σχολείο της αγοράς, οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές θα δελεάζονται, θα παρακινούνται ή θα αναγκάζονται να προωθούν ένα ελκυστικό και επιθυμητό εμπόρευμα και με όλα τους τα μέσα να ενισχύουν την αγοραστική τους αξία. Τώρα το εμπόρευμα που θα ανταγωνίζονται να βγάζουν στην αγορά και να πωλούν  θα είναι το σχολείο και ο εαυτός τους. Θα είναι οι ίδιοι διακινητές εμπορευμάτων και τα εμπορεύματα. Οι ίδιοι καταναλωτές και εμπορεύματα στον κοινωνικό χώρο που λέγεται αγορά εκπαίδευσης. Η δραστηριότητά τους  θα είναι το μάρκετινγκ. Η ολοκληρωτική μορφή αξιολόγησης που επιχειρείται είναι σχεδιασμένη ώστε να υποβάλει τους εκπαιδευτικούς σε διαδικασίες επαγγελματικής επανακοινωνικοποίησης, με στόχο τη  δραστική αλλαγή των απόψεών τους, των αντιλήψεών τους και των πρακτικών τους, με σαφείς νεοφιλελεύθερους προσανατολισμούς  για το «Νέο Σχολείο»  της αγοράς. Από αυτή την άποψη, το ζήτημα που τίθεται δεν είναι η απόρριψη του σχεδίου ολοκληρωτικής αξιολόγησης που επιχειρείται   αλλά ο αγώνας που θα χρειαστεί να γίνει ενάντια στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού που είναι το  όχημα για τη διάλυση του δημόσιου σχολείου.

Ζούμε σε μια εποχή όπου, σύμφωνα με ορισμένους θεωρητικούς αναλυτές, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα είδος ολοκληρωτικής υπαγωγής όλο και περισσότερων δραστηριοτήτων, δημόσιων και κοινωνικών αγαθών και κοινωνικών υπηρεσιών,  στη λογική της ιδιωτικοποίησης και της κερδοφορίας. Είναι αυτό που αναφέρεται ως «ολοκληρωτικός» καπιταλισμός, όπου  το καθετί, από τις τηλεπικοινωνίες, τις ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, τις συγκοινωνίες και  τις υποδομές (αεροδρόμια, λιμάνια, δρόμοι), την ενέργεια, την υγεία, την εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλεια και τις συντάξεις, την ύδρευση και τα τρόφιμα, έως τη διασκέδαση και τα απορρίμματα μετατρέπονται σε ανταγωνιστικά  πεδία  εμπορευματοποίησης  και οι πολίτες σε πελάτες/καταναλωτές, με προτεραιότητα την ιδιωτική επένδυση και όχι το δημόσιο συμφέρον. Βέβαια, είναι πολύ κεντρικό το ερώτημα : γιατί οι δημόσιοι οργανισμοί στον καπιταλισμό έχασαν το δημόσιο και δωρεάν  χαρακτήρα  των υπηρεσιών τους και τις ποιοτικές τους προϋποθέσεις.

Για να είναι δυνατή η υπόθεση της ιδωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης,  η συνολική  και ενιαία κοινωνική διαδικασία πρέπει να κατακερματιστεί σε επιμέρους πεδία που προσφέρονται για κοστολόγηση και πώληση. Έτσι π.χ. η συνολική και ενιαία και οργανική ενότητα  της εκπαίδευσης κατακερματίζεται σε βαθμίδες, σε επιμέρους διακριτά πεδία, προϊόντα και υπηρεσίες, όπως π.χ. σχολικά κτίρια, σχολικός χρόνος, σχολικά μαθήματα, σχολικά βιβλία ή σχολικά βοηθήματα ή εποπτικά μέσα ή Τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνίας, εκπαιδευτικές δραστηριότητες (όπως, φροντιστήρια γλώσσες, μουσική, χορός, κ.α. ). Ο κατακερματισμός αυτός προσφέρεται για τη σταδιακή εκχώρηση επιμέρους πεδίων στην αγορά.

Για να διευκολυνθεί η διείσδυση των πρακτικών και των αρχών της αγοράς στο δημόσιο σχολείο πρέπει να δημιουργηθούν πελάτες/αγοραστές ή να διευρυνθούν οι ήδη υπάρχοντες. Σε αυτή την περίπτωση τίθεται το ζήτημα της προβολής της σκοπιμότητας και της αναγκαιότητας της προμήθειας και αγοράς εκπαιδευτικών «προϊόντων» από το «ελεύθερο» εμπόριο. Πώς, άραγε, έχει προκύψει ως  αναγκαιότητα-αναγκαίο κακό- η λειτουργία των φροντιστηρίων ή  χρήση των σχολικών βοηθημάτων; Είναι προφανές ότι η  περικοπή των δαπανών για τη δημόσια  εκπαίδευση και ο διασυρμός του δημόσιου σχολείου και των εκπαιδευτικών συνιστούν μια ενορχηστρωμένη επίθεση. Η περίπτωση των φροντιστηρίων είναι ενδεικτική. Η μεγάλη ανάπτυξη των φροντιστηρίων και των «ιδιαίτερων» αποδίδεται, συνήθως, στις ανεπάρκειες του δημόσιου λυκείου  και των εκπαιδευτικών για την προετοιμασία των υποψηφίων μπρος στις εισαγωγικές εξετάσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το κόστος της ιδιωτικής δαπάνης είναι πολύ υψηλό. Εκείνο, ωστόσο, που αποσιωπάται είναι ότι την ανάπτυξη των φροντιστηρίων δεν την προκαλεί το αναποτελεσματικό δημόσιο λύκειο και οι εκπαιδευτικοί του όσο ο σκληρός ανταγωνισμός, λόγω του «κλειστού» αριθμού εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ο ανταγωνισμός συνιστά θεμελιακή αρχή της λεγόμενης ελεύθερης αγοράς. Μέσα σε αυτόν τον ανταγωνισμό δημιουργούνται οι πελάτες που είναι πρόθυμοι να αγοράσουν εκπαιδευτικές υπηρεσίες φροντιστηρίου, μέσα από μια ενορχηστρωμένη δυσφήμιση που είναι τόσο αποτελεσματική ώστε να είναι δυσδιάκριτο το γεγονός ότι τα φροντιστήρια εκγύμνασης για την επιτυχία  στην τριτοβάθμια εκπαίδευση οικειοποιούνται το έργο που έχει συντελεστεί στο εννιάχρονο υποχρεωτικό σχολείο. Μάλιστα,  ακυρώνουν τη λειτουργία του  δημόσιου λυκείου, το οποίο δεν προσφέρεται για την επιτάχυνση της εκγύμνασης και του άκρατου ανταγωνισμού, λόγω της κοινωνικής σύνθεσης του μαθητικού πληθυσμού.

Η καπιταλιστική κρίση που εκδηλώνεται και ως «κρίση υπερσυσσώρευσης», εργασίας και κεφαλαίου, ανοίγει το χορό των αντιφάσεων. Σύμφωνα με έγκυρες  σχετικές αναλύσεις θεωρητικών, από τη μια έχουμε πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας που συνιστά και απαξίωση/υποβάθμιση της εργασίας (Αλεξίου, Θ., 2011). Στην περίπτωση της ανεργίας πτυχιούχων έχουμε και  υποβάθμιση της εκπαίδευσης  και των τίτλων σπουδών. Από την άλλη, γίνεται λόγος για πλεόνασμα  «ανενεργού»  κεφαλαίου, λόγω της ανεργίας, των μισθολογικών περικοπών και της μείωσης της καταναλωτικής ικανότητας των εργαζομένων. Η εκπαίδευση δέχεται τους ισχυρούς κραδασμούς αυτής της κρίσης. Ήδη, με τη στρατηγική της Λισσαβόνας,  η εκπαίδευση μπαίνει στο χορό της παραγωγικής επένδυσης και της ανταγωνιστικότητας, καθώς, πέρα από τον αναπαραγωγικό της ρόλο, της ανατίθεται η προετοιμασία  εργαζομένων με δεξιότητες και ικανότητες τις οποίες έχει ανάγκη η αγορά εργασίας.

Οι πολιτικές «Μνημονίων», που εκφράζουν κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιλογές για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης, που εκδηλώθηκε, στην Ελλάδα, κυρίως, ως κρίση χρέους, συγκροτούν ένα project («πείραμα») πειθάρχησης  του κόσμου της εργασίας: διάλυση των εργασιακών σχέσεων, ευελιξία ωραρίου εργασίας και χωροταξική αποδέσμευση της εργασίας, συμβόλαια περιορισμένης διάρκειας ( αναπληρωτές εκπαιδευτικοί : «νομάδες»), κινητικότητα, αποσταθεροποίηση δεσμεύσεων και δικαιωμάτων, αμφισβήτηση των αρχών μονιμότητας, επαγγελματικής καριέρας και αφοσίωσης,   κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, απολύσεις, εξατομίκευση της εργασίας, νέες κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα στους εργαζόμενους ή και ανάμεσα σε εργαζόμενους-ανέργους, κ.α.( Ναξάκης, Χ., Χλέτσος, Μ. 2005) Σε συνδυασμό με αυτά, έχουμε δραματική μείωση αποδοχών και συντάξεων, σύνδεση της αξιολόγησης με τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη, κ.α. Τα μέτρα αυτά  συντελούν ώστε να αυξάνεται η απλήρωτη εργασία των εργαζομένων. Πολύ συχνά,  διατυπώνεται η άποψη ότι πολλά από αυτά τα μέτρα  δε χρειαζόταν να περιμένουμε  τα μνημόνια. Είναι σαφές ότι η κρίση χρέους στην Ελλάδα αξιοποιείται ως ευκαιρία επιτάχυνσης αυτών των εξελίξεων. Τα μνημόνια προβάλλονται και ως μια καλή αφορμή και  ως πρώτης τάξεως ευκαιρία για την  ανασυγκρότηση και το  «νοικοκύρεμα» που έχει  απελπιστικά καθυστερήσει. Πρόκειται για δραστικό επαναπροσδιορισμό στις σχέσεις εργασίας, δημοκρατίας και κοινωνικού κράτους. Η ρήξη της ιδιότυπης σχέσης «εκεχειρίας» και συμβιβασμού  καπιταλισμού και  δημοκρατίας  δείχνει, χρόνια τώρα, τις δραματικές της επιπτώσεις.

Το κοινωνικό κράτος, έτσι όπως το γνωρίζαμε, είχε καθιερωθεί δεκαετίες  τώρα, με τους αγώνες των εργαζομένων, και υποσχόταν σταθερή απασχόληση, χαμηλή ανεργία αλλά και υποστήριξη σε περιπτώσεις  κοινωνικών κινδύνων  και άλλων αναγκών (ανεργία, περίθαλψη, αναπηρία, σύνταξη, οικογένεια, στέγη, κ.α.). Σήμερα, Η υπόληψη του κοινωνικού κράτους και των εγγυήσεων που υποσχόταν στην υπόθεση των κοινωνικών δικαιωμάτων, στις χώρες της Ευρώπης, έχει υπονομευθεί. Ίσως, εδώ, να έχουμε μια άλλη ένδειξη για την τύχη που έχουν θεσμοί κοινωνικού χαρακτήρα, όταν αυτοί ενσωματώνονται  και εντάσσονται στο πλαίσιο των κυρίαρχων καπιταλιστικών επιλογών. Είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι αυτού του είδους οι θεσμοί αλλοιώνονται, καταστρατηγούνται και αποδυναμώνονται. Έτσι, ανοίγει ο χορός της δυσφήμισής και της  κριτικής που προετοιμάζει και την κατάργησή τους. Στην περίπτωση του κοινωνικού κράτους, αυτό  προβλήθηκε ως αναχρονιστικό, σπάταλο, αναποτελεσματικό και υπόλογο για την κρίση χρέους, και γι αυτό  επιβάλλεται η αποδόμησή και η συρρίκνωσή των  θεσμών που έχουν αναπτυχθεί (Καλημερίδης, Γ.,2012 ). Η παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα δεν συναρτώνται, πλέον, με την εργασιακή ασφάλεια και την κοινωνική προστασία αλλά, αντίθετα, εξαρτώνται από την ανασφάλεια, την εντατικοποίηση, την ευελιξία, την εκμετάλλευση της εργασίας  στο μέγιστο δυνατό βαθμό.  Έτσι, αντικειμενικά, ανοίγει το πεδίο για την ανάπτυξη και την επέκταση του τομέα των ιδιωτικών υπηρεσιών και την εμπορευματοποίηση, με την άρση των περιορισμών στο ελεύθερο παιγνίδι του ανταγωνισμού  της  λεγόμενης ελεύθερης αγοράς. Το κράτος δεν αναλαμβάνει καμιά ευθύνη στην υπόθεση των αβεβαιοτήτων  της αγοράς, όπου τα άτομα  αντιμετωπίζουν με εξατομικευμένες βιογραφικές επιλογές,  ως  ιδιωτική τους  υπόθεση, τα κοινωνικά εμπόδια και τους κοινωνικούς κινδύνους. Αυτή η αντιπαράθεση κοινωνικού κράτους  και αγοράς,   με την υποχώρηση και την ήττα του πρώτου, όπως αναμένεται, θα συντελέσει στην όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων και των συγκρούσεων.

Στην εκπαίδευση καταγράφονται, ήδη, πολλές δραματικές αλλαγές:  μείωση των  δαπανών κατά 33%,  εκπαιδευτικοί και μαθητές σε συνθήκες εξαθλίωσης, πειθαρχικό «δίκαιο»  που καταργεί θεμελιώδη δικαιώματα των εκπαιδευτικών, μείωση του αριθμού των εργαζομένων εκπαιδευτικών, αύξηση του χρόνου εργασίας, συγχωνεύσεις ή καταργήσεις σχολείων, διοικητικός αυταρχισμός, απολύσεις, κατηγοριοποιήσεις εκπαιδευτικών, κ.α. Πέραν αυτών, καταργούνται οργανισμοί όπως ο Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων, ο Οργανισμός  Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων ή συγχωνεύσεις οργανισμών ή καθιέρωση νέων οργανισμών που διέπονται από τις αρχές ΝΠΙΔ

Οι εξελίξεις αυτές φέρουν στο προσκήνιο με ιδιαίτερη οξύτητα τον ασφυκτικό  εναγκαλισμό των κοινωνικών ανισοτήτων με τις εκπαιδευτικές διαδικασίες. Οι εκπαιδευτικές  ανισότητες, η σχολική διαρροή και η σχολική υποεπίδοση παιδιών, που προέρχονται από μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα,  επιδεινώνονται δραματικά σε συνθήκες φτώχειας, ανεργίας και κοινωνικής εξαθλίωσης. Έτσι, στην εκπαίδευση εγγράφονται τρεις πολύ σοβαρές και αντιφατικές αλλαγές: σχολική διαρροή και εγκατάλειψη, ανεργία πτυχιούχων αλλά και υπερ-εκπαίδευση και διαβίου αναζήτηση περισσότερων και υψηλότερων εκπαιδευτικών προσόντων. Οι εξελίξεις αυτές  αντικειμενικά συνδέονται με τη συντελούμενη απαξίωση της εκπαίδευσης ( Φωτόπουλος, Ν. 2010). Αυτά, βέβαια, επηρεάζουν σε διαφορετικό βαθμό διαφορετικές κοινωνικές κατηγορίες, μαθητών, φοιτητών, εργαζομένων ή ανέργων.

Τι μπορούμε να κάνουμε

Όπως έχουμε υποστηρίξει και άλλες φορές, στις σχετικές αναλύσεις μας υιοθετούμε, όπως άλλωστε δηλώνεται ή υποδηλώνεται κάθε φορά, τη θεωρητική αφετηρία σύμφωνα με την οποία η εκπαίδευση, στο πλαίσιο της σχετικής αυτονομίας, συμβάλλει, κάτω από συγκεκριμένους κάθε φορά όρους και συνθήκες που είναι ιστορικά διαμορφωμένοι, στη διευρυμένη αναπαραγωγή των υφιστάμενων κοινωνικών σχέσεων σε μια  κοινωνία που προσδιορίζεται από άνιση κατανομή πλούτου, προνομίων και εξουσίας. Δεν υποστηρίζουμε, βέβαια, την άποψη ότι η εκπαίδευση λειτουργεί μηχανιστικά. Τόσο το εκπαιδευτικό σύστημα, όσο και οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται σ’ αυτό, σε κάθε δεδομένη ιστορική στιγμή, διαθέτουν περιθώριο σχετικής αυτονομίας.

Σε επίπεδο αίθουσας διδασκαλίας: Υπερασπιζόμαστε τη σχετική μας αυτονομία

Όταν οι εκπαιδευτικοί π.χ. κλείνουν την πόρτα της αίθουσας διδασκαλίας για να κάνουν μάθημα, ακόμα και σε ένα συγκεντρωτικό σύστημα εκπαίδευσης (όπως το ελληνικό), υπογραμμίζουν ως ένα βαθμό , συμβολικά τουλάχιστον, τη σχετική τους αυτονομία κατά την άσκηση του έργου τους, καθώς είναι ενεργά υποκείμενα και οι επιλογές τους προκύπτουν από τις διευθετήσεις που κάνουν μπροστά στις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και τα διλήμματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά. Παρά τις διαφορές τους ή μάλλον με το σύνολο των διαφορών τους, συγκροτούν μια κοινωνική κατηγορία εργαζομένων με ειδική συμβολή στη συνολική κοινωνική λειτουργία του σχολείου. Από αυτή την άποψη, εμπίπτει απολύτως στην αρμοδιότητα του εκπαιδευτικού να κρίνει πως θα υπερασπισθεί  ενεργά ή και θα διευρύνει τα περιθώρια σχετικής αυτονομίας που διαθέτει, για να προστατεύσει το διδακτικό και το εν γένει παιδαγωγικό του έργο από τη βίαιη εισβολή των εξωτερικών αξιολογητών και τις πολύ αρνητικές επιπτώσεις που αυτή θα έχει για το δημόσιο σχολείο. Την επιλογή του ο εκπαιδευτικός μπορεί να τη διαμορφώνει μέσα από συλλογικές ζυμώσεις και κινητοποιήσεις σε επίπεδο σχολικής μονάδας ή συνδικαλιστικών οργάνων. Οι εκπαιδευτικοί που θα δεχτούν αυτούς τους αξιολογητές  και εξωτερικούς εισβολείς στην αίθουσα διδασκαλίας είναι σαν να τους εκχωρούν  την εξουσία ώστε να αμαυρώνουν την ιστορία της τάξης, να αναστέλλουν την άσκηση της παιδαγωγικής και να υποβαθμίζουν τη διδασκαλία σε  κριτήρια και μόρια. Κι αυτό συνιστά μια εκδοχή «απιστίας» και «προδοσίας»…

Σε επίπεδο σχολικής μονάδας: υπερασπιζόμαστε τις μικρές εστίες συλλογικότητας

O κεντρικός σχεδιασμός και η άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής, με δεδομένες τις αντιφάσεις της, δημιουργεί πολλά περιθώρια σχετικής αυτονομίας στις σχολικές μονάδες, όταν αυτές αντικειμενικά καλούνται να την προσαρμόζουν προς τις εκπαιδευτικές, κοινωνικές, και γεωγραφικές τους ιδιαιτερότητες. Γενικότερα ζητήματα, όπως αναλογία διδασκόντων – διδασκομένων, πολυπολιτισμική σύνθεση των τμημάτων, κοινωνική σύνθεση, διάκριση φύλων, σχολική διαρροή, σχολική υπο-επίδοση, σχολική παραβατικότητα, κ. τ. ο., τα οποία προσδιορίζουν συνήθως με διαφορετικό τρόπο τις διάφορες σχολικές μονάδες, δεν αντιμετωπίζονται με ενιαίο τρόπο από τις διάφορες σχολικές μονάδες, με τη συγκεκριμένη σύνθεση του διδακτικού προσωπικού. Κάτω από τις προϋποθέσεις αυτές, η εκπαιδευτική μονάδα αντικειμενικά έχει προϋποθέσεις και για τη διαμόρφωση και άσκηση «εσωτερικής» εκπαιδευτικής πολιτικής. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση των σκοπών, των διαδικασιών, των κριτηρίων, κ.α. της ολοκληρωτικής αξιολόγησης που σχεδιάζεται.

Βασική προϋπόθεση είναι η ανάπτυξη πνεύματος και θεσμικού πλαισίου δημοκρατικών συλλογικών αποφάσεων προγραμματισμού και απολογισμού που να ορίζεται «από τα κάτω» και «από τα μέσα. Το να εμπλέκεις τους εκπαιδευτικούς, να υποστηρίζεις, να εμπλουτίζεις και να ενθαρρύνεις αυτά που κάνουν δεν είναι ανθρωπιστική αρχή. Είναι μια πολιτική παιδαγωγική με ουσιαστικές επιπτώσεις στην ποιότητα της διδασκαλίας, της μάθησης, της εργασίας, της ανάπτυξης και της ζωής εκπαιδευτικών και μαθητών. Όταν ένα εκπαιδευτικό σύστημα σέβεται, εκτιμά, και υποστηρίζει την κρίση και την εμπειρία των εκπαιδευτικών στο πλαίσιο μιας θετικής πολιτικής και θετικής πρότασης, το σύστημα είναι ανοιχτό στην υπόθεση της διαρκούς μεταλλαγής δομών και περιεχομένου, με όρους δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Η σχετική αυτονομία της σχολικής μονάδας καταχτιέται με τη διαμόρφωση και την άσκηση εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής μονάδας που προκύπτει ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων, των αντιφάσεων και των διλημμάτων στα οποία οι εκπαιδευτικοί καλούνται να δίνουν άμεσες λύσεις. Το κεντρικό ερώτημα που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι αν συνειδητοποιούνται τα όρια της σχετικής αυτονομίας και αν αυτά αξιοποιούνται με μετασχηματιστικό προσανατολισμό. Η αναγνώριση και αξιοποίηση της σχετικής αυτονομίας εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων παραπέμπει και στον αντίστοιχο βαθμό ευθύνης που προκύπτει σε ένα συγκεντρωτικό πλαίσιο άσκησης της εκπαιδευτικής πολιτικής.

Σε μια εποχή που επιχειρείται συνολική ανασυγκρότηση της εκπαιδευτικής πολιτικής και της εκπαίδευσης, φαίνεται πώς η σχολική μονάδα και η εργασία των εκπαιδευτικών μπορεί να αξιοποιηθεί ως προνομιακό πεδίο για τη συστηματική συλλογική παρέμβαση με σκοπό την υπεράσπιση του δημόσιου σχολείου. Κατά προτεραιότητα, βέβαια, αυτό το πεδίο προσφέρεται στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, ανεξάρτητα από τις επιλογές αυτών που ασκούν την εξουσία. Είναι σαφές ότι ο βαθμός και η έκταση, στην οποία αξιοποιούνται τα όρια της σχετικής αυτονομίας από την πλευρά των εκπαιδευτικών, εξαρτάται από τρόπους με τους οποίους οι ίδιοι παρεμβαίνουν στην καθημερινή εκπαιδευτική τους πράξη. Πρακτικές π.χ. παραίτησης, απόσυρσης, ιδιώτευσης και μετάθεσης των ευθυνών στο σύστημα ή ακόμα και στα συνδικάτα συντελούν στη συρρίκνωση της σχετικής τους αυτονομίας.

Οι εκπαιδευτικοί και διαμορφώνονται από την εργασία που κάνουν και τη διαμορφώνουν, με τις παρεμβάσεις τους. Η εμπειρία, ωστόσο, δεν είναι μια απλή υπόθεση εξοικείωσης με μια  σειρά από αποτελεσματικές  και αποπλαισιωμένες από τα κοινωνικά συμφραζόμενα «καλές πρακτικές». Η εμπειρία αποκτάει μετασχηματιστικό χαρακτήρα, όταν αποτελεί αντικείμενο ανάλυσης και αναστοχασμού διαρκείας. Κι αυτό δεν είναι μια υπόθεση «προσωπικών απόψεων» όσο διαδικασία διαπραγμάτευσης και εμπεριστατωμένης θεωρητικής θεμελίωσης και εμβάθυνσης. Δεν μπορείς να υπερασπιστείς κάτι, αν δεν έχεις εμβαθύνει σε αυτό. Η πράξη και η εμπειρία είναι αποτέλεσμα πάλης  και διαρκούς διαπραγμάτευσης .

Οι εκπαιδευτικοί αποκτούν θεμελιωμένη εμπειρία από την πράξη τους, όταν αυτή πλαισιώνεται θεωρητικά. Για να  πλαισιώνουν θεωρητικά την εμπειρία τους ενεργοποιούν τις στοχαστικές/κριτικές διαδικασίες και γίνονται συνειδητά υποκείμενα των πρακτικών επιλογών τους. Έτσι, ουσιαστικά έχουν προϋποθέσεις ώστε να αποφεύγουν τις οριστικές και τελεσίδικες διευθετήσεις και να  μετασχηματίζουν τις συνθήκες και όρους εργασίας τους, μέσα από τη διαλεκτική σχέση θεωρίας-πράξης, γνώσης-εμπειρίας, βιογραφίας- κοινωνικής δομής, παράδοσης-αλλαγής. Το να μαθαίνει κανείς τη δουλειά του δασκάλου είναι μια διαρκής κοινωνική διαδικασία  διαπραγμάτευσης και πάλης, με ιστορικο-βιογραφικό χαρακτήρα, με διαδοχικά και αλλεπάλληλα «επεισόδια» στα οποία προκαλείται η αυτοβιογραφία, καθώς το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της εμπειρίας στην εργασία βρίσκονται σε διαλογική  σχέση  μετασχηματισμού. Η σχολική μονάδα και ο Σύλλογο Διδασκόντων είναι τα πεδία στα οποία οι εκπαιδευτικοί διαμορφώνουν μια διαβίου σχέση ζωής, συλλογικής διαπραγμάτευσης και πάλης στο σχολείο και για το σχολείο και την κοινωνία. Η επιχειρούμενη αξιολόγηση είναι σχεδιασμένη ώστε να εκμηδενίσει τις δυνατότητες που υπάρχουν για συλλογική εσωτερική εκπαιδευτική πολιτική σχολικών μονάδων και την υπεράσπιση των αρχών του δημόσιου σχολείου.

Μέτωπο Παιδείας

Οι εκπαιδευτικοί έχουν τριάντα χρόνων εμπειρία αντίστασης και πάλης σε ένα πεδίο ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας για τη δημόσια  εκπαίδευση και την ίδια τους την εργασία. Η αξιολόγηση εμπίπτει στην «κοινωνική αρένα» των ιδεολογικών συγκρούσεων, όπου διακυβεύονται κυρίαρχα συμφέροντα στην υπόθεση της αναπαραγωγικής λειτουργίας του σχολείου όσο και στους συσχετισμούς ισχύος και  εξουσίας. Η αξιολόγηση που επιχειρείται, εάν εφαρμοστεί,  είναι η «χαριστική βολή» σε ο τι έχει απομείνει από το δημόσιο σχολείο.

Όπως υποστήριξα σχετικά πρόσφατα, χρειαζόμαστε ένα νέο όραμα  με σαφή και ισχυρή κουλτούρα απόδρασης από το τυχαίο, το αυτονόητο, το δεδομένο και από τις παραδόσεις των επαγγελματικών συνταγών και των εκπαιδευτικών πρακτικών. Σε εποχές μνημονίου, χρειαζόμαστε κοινωνικές ζυμώσεις στις οποίες μειώνεται ο χώρος της απλής απόρριψης ή της ανάθεσης και εξουσιοδότησης άλλων να υπερασπίζονται το δημόσιο σχολείο. Ζητείται χειραφετητική «πράξις» που απελευθερώνει από τον εξαναγκασμό και την αυταπάτη του πρακτικού, της συνήθειας και του αποτελεσματικού, από το δογματισμό, την εξάρτηση, την ψευδαίσθηση, τη διαστρέβλωση, την ψευδή συνείδηση και το δέος που παραλύει και παροπλίζει. Σε μια τέτοια υπόθεση η αξιολόγηση της ιεραρχικής  επιτήρησης και των μετρήσιμων κριτηρίων, έστω και ως άσκηση επί χάρτου, δεν έχει καμιά θέση. Αναζητούμε μορφές συναδελφικής συλλογικής αλληλεγγύης και συμβουλευτικής υποστήριξης, από τα μέσα και από τα κάτω, που να εμπνέει τον εκπαιδευτικό, με υπεύθυνο και ενημερωμένο τρόπο, να αναλαμβάνει τον έλεγχο της εργασίας του, τη μετακίνηση από τον επαγγελματισμό στη ριζοασπαστική επαγγελματική πρακτική που μεταμορφώνει τη σχέση του με την εργασία που προσφέρει στο σχολείο και έξω από αυτό.

Εμπίπτει στην αρμοδιότητα των εκπαιδευτικών να «παίρνουν τη σκέψη και την κρίση στα χέρια τους», να αναπτύσσουν πρωτοβουλίες, να  ελέγχουν τις επαγγελματικές τους  πρακτικές και να επανεξετάζουν τους τρόπους με τους οποίους μεσολαβούν στην αναπαραγωγική λειτουργία του σχολείου. Η κοινωνική τους προέλευση  το υποδηλώνει. Το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών μας διδάσκει ότι οι εκπαιδευτικοί έχουν σημαντική και πραγματική εξουσία, παρά την ασύμμετρη διαπραγματευτική τους σχέση με τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς. Στην περίπτωση της αξιολόγησης δεν μπορεί να είναι απλοί κι αμήχανοι αποδέκτες  σχεδίων και προτάσεων στις οποίες  εκφράζουν την αντίδραση τους. Πολύ περισσότερο, δεν είναι η κατάλληλη  συγκυρία για υποβολή  σχετικών αντι-προτάσεων για την αξιολόγηση. Ο κλάδος των εκπαιδευτικών έκανε στο παρελθόν πολλές προτάσεις και αιτήματα για την εισαγωγική επιμόρφωση, το βιβλίο του δασκάλου ή για τα περιθώρια πρωτοβουλίας στο σχολείο, κ. α. Έχουμε καταλάβει καλά το «μάθημα»: η εξουσία τα ενσωμάτωνε συστηματικά στη συνολική της εκπαιδευτική πολιτική για άσκηση πιο αποτελεσματικού κρατικού ελέγχου στο έργο τους. Αλλοίωνε, ουσιαστικά, τα αιτήματά τους!

Μήπως προσφέρεται η συγκυρία για τη συγκρότηση ενός «Ενιαίου Επιμελητηρίου Εκπαιδευτικών» όλων των βαθμίδων, δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων, που να αναλάβει τις σχετικές διεργασίες για τη σύμπτυξη σταθερών συνεργασιών ανάμεσα στις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών και την υπεράσπιση των αρχών άσκησης του εκπαιδευτικού και παιδαγωγικού έργου, σε καθεστώς δημοκρατικού  σχολείου; Οι εκπαιδευτικοί είναι εκείνοι που έχουν τη δύναμη και την εξουσία να αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία της δράσης και να προστατεύουν την εκπαίδευση από το δίδυμο αξιολόγησης-αγοράς που απειλεί και να υπερασπίζονται ένα σχολείο ουσιαστικής παιδείας για όλους. Ο τριακονταετής ανταρτοπόλεμος στον οποίο έχουν εμπλακεί, μέχρι σήμερα, με τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς, είναι μια παρακαταθήκη για το «νέο μέτωπο» που καλούνται να συγκροτήσουν, για νέες συλλογικότητες και νέες αντιστάσεις, μέσα στη δίνη του μνημονίου, της ανεργίας, των απολύσεων, των περικοπών και της φτώχειας. Τριάντα χρόνια χωρίς επιθεωρητές και γραφειοκράτες ελεγκτές και αξιολογητές είναι, έτσι κι αλλιώς, μια μεγάλη νίκη του σχολείου. Είναι αυτή που μας δείχνει το δρόμο… Αυτό το δρόμο θα τον βρούμε ευκολότερα, αν μελετήσουμε όλοι τα κείμενα της «τριλογίας! Ποιος είπε πως η μελέτη και η αποκωδικοποίησή τους είναι υπόθεση άλλων;

Βιβλιογραφία

Αλεξίου, Θ. (2011), «Εργασία και Εκπαίδευση στη συγκυρία της κρίσης», Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης, τ. 99, 24-28

Κάτσικας,  Χ., Καββαδίας,  Γ.  (επιμέλεια) (2002), Η αξιολόγηση στην εκπαίδευση: Ποιος, ποιον και γιατί, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα2003

Καλημερίδης,  Γ. (2012), «Κράτος, αγορά και εκπαίδευση. Η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική αναδιάρθρωση του σχολείου»,

Θέσεις, Τεύχος 119.

Ναξάκης, Χ. , Χλέτσος, Μ., (2005) (Επιμ.) Το Μέλλον της Εργασίας, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα.

Φωτόπουλος, Ν., (2010), «Εκπαιδευτικό Σύστημα: Κρίση και διαβίου  αβεβαιότητα» http://tvxs.gr/node/35025

(πηγή: alfavita.gr)

Share
Κατηγορίες: ΕΙΔΗΣΟΥΛΕΣ | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Η ολοκληρωτική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και η ολοσχερής διάλυση του δημόσιου σχολείου

Αντιδράσεις προκαλεί η «λευκή εβδομάδα» για τα σχολεία

Αντιδράσεις γονέων και εκπαιδευτικών προκάλεσε η είδηση ότι το υπουργείο Παιδείας βρίσκεται στα πρόθυρα να εγκρίνει την εφαρμογή «λευκής εβδομάδας» διακοπών για τα σχολεία. Η πρόταση για διακοπές λίγων ημερών μετά την Καθαρά Δευτέρα, εξετάζεται έπειτα από πρόταση των ξενοδόχων προς τον πρωθυπουργό, με στόχο να ενισχυθεί η αγορά εσωτερικού τουρισμού.

Παρά τις αντιδράσεις, οι ξενοδόχοι επιμένουν και σήμερα συμμετέχουν σε σύσκεψη στο υπουργείο Παιδείας υπό τον Κ. Αρβανιτόπουλο και με τη συμμετοχή της υπουργού Τουρισμού Όλγας Κεφαλογιάννη.

Ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Ελλάδας Αριστοτέλης Θωμόπουλος δήλωσε το πρωί της Τρίτης στον ΣΚΑΙ ότι το μέτρο δεν θα τονώσει μόνο τα έσοδα των ξενοδοχείων, αλλά και την οικονομία τοπικών κοινωνιών. Υποσχέθηκε, δε, ότι τα ξενοδοχεία θα προχωρήσουν σε δελεαστικές προσφορές.

Σε παρατήρηση γιατί οι ξενοδόχοι δεν απευθύνονται περισσότερο στους ξένους τουρίστες για να τονώσουν τα έσοδά τους, ο κ. Θωμόπουλος σημείωσε ότι «οι συγκεκριμένες περιοχές δεν μπορούν να δουλέψουν με αλλοδαπούς, παρά μόνο με Έλληνες».

Επιπλέον, ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Ελλάδας ζήτησε οι 5μερες εκδρομές του Λυκείου να πραγματοποιούνται εντός Ελλάδας κι όχι σε προορισμούς του εξωτερικού. Σε παρατήρηση για το χαμηλότερο κόστος των εκδρομών στο εξωτερικό, ο κ. Θωμόπουλος πρότεινε να πραγματοποιούνται οι εκδρομές των Λυκείων και άλλες ημέρες του χρόνου κι όχι στο τέλος της χρονιάς, καθώς η μεγάλη ζήτηση ανεβάσει τις τιμές.

Της -υπό έγκριση από το υπουργείο Παιδείας- πρότασης για «λευκή εβδομάδα» προηγήθηκε διάβημα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων στον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά με στόχο την ενίσχυση της αγοράς εσωτερικού τουρισμού και κατά προέκταση των τοπικών κοινωνιών και οικονομιών τη χειμερινή περίοδο μέσω της θέσπισης σχετικών κινήτρων.

Η πρόταση αυτή προέβλεπε αρχικά κλείσιμο των σχολείων στις 4-7 Μαρτίου μετά την Καθαρά Δευτέρα, αλλά το υπουργείο Παιδείας, μέσω πηγών που επικαλείται Το Βήμα, απάντησε ότι εάν κάτι τέτοιο γίνει τελικά θα είναι για δύο ημέρες και χωρίς να χαθούν μαθήματα, καθώς θα κοπούν από άλλες εκδρομές που προβλέπονται στη διάρκεια του έτους.

Κι όλα αυτά, σε μια χρονιά που ξεκίνησε με κινητοποιήσεις και περιλαμβάνει δύο εκλογικές αναμετρήσεις τον Μάιο (ευρωεκλογές/αυτοδιοικητικές και επαναληπτικές αυτοδιοικητικές), κατά τις οποίες τα σχολεία θα κλείσουν από δύο ημέρες (Παρασκευή και Δευτέρα για την προετοιμασία των εκλογικών τμημάτων).

«Μα είναι δυνατόν αυτό το υπουργείο Παιδείας, που νοιάζεται μη χαθεί ακόμη και μία ώρα μάθημα όταν πρόκειται για απεργία καθηγητών ή για κινητοποίηση μαθητών, να δέχεται να αφιερωθεί μια ολόκληρη εβδομάδα στο… σκι;» σχολίασε ειρωνικά μιλώντας στο «Βήμα» ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Καθηγητών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) Θέμης Κοτσιφάκης, σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση αδιαφορεί για τη δημόσια παιδεία.

«Σε μια περίοδο κατά την οποία θα υπήρχε ένας σωστός προγραμματισμός, θα ξεκινούσε ο Σεπτέμβρης σωστά και θα υπήρχε μεγάλη απόσταση μεταξύ διακοπών Χριστουγέννων και Πάσχα, θα μπορούσε να εφαρμοσθεί μια τέτοια πρόταση» λέει ο πρώην πρόεδρος της ΟΛΜΕ Νίκος Παπαχρήστος. «Με τα σημερινά δεδομένα όμως έχω την αίσθηση ότι θα δημιουργούσε πρόβλημα» αναφέρει. «Και αυτό επειδή μεταξύ άλλων αυτή η επιλογή δεν γίνεται για να ξεκουραστούν οι μαθητές αλλά για να τονωθεί ο τουρισμός» καταλήγει.

Η χειμερινή «λευκή εβδομάδα» είναι μια πολιτική που εφαρμόζεται σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου και η σχολική ανάπαυλα βοηθάει στη διοργάνωση εκδρομών στα χιόνια. Εκεί όμως, όπως λένε εκπαιδευτικοί, το σκι είναι ένα λαϊκό άθλημα και δεν υπάρχουν τόσο μεγάλες διακοπές το καλοκαίρι όπως στην Ελλάδα, όπου η έλλειψη υποδομών και αθλητικών δραστηριοτήτων στα σχολεία, τις καθιστούν απαραίτητες.

«Οι διακοπές των μαθητών πρέπει να καθορίζονται από εκπαιδευτικές προτεραιότητες και όχι από τις προτεραιότητες των ξενοδόχων» λέει σχετικά ο εκπαιδευτικός Στράτος Στρατηγάκης. Παράλληλα, εκφράζει το ερώτημα πώς θα γίνουν εκδρομές κατά τη «λευκή εβδομάδα» όταν οι γονείς των μαθητών σε μια μεγάλη μερίδα των πολιτών δεν θα διαθέτει μια αντίστοιχα θεσμοθετημένη από την πολιτεία «ανάπαυλα».

Αν δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την άδεια, οι εργαζόμενοι γονείς θα αντιμετωπίσουν ένα πρόσθετο πρόβλημα, κυρίως όσοι έχουν μικρά παιδιά, καθώς δεν θα έχουν πού να τα αφήσουν ενώ θα εργάζονται.

Εξάλλου, γονείς δηλώνουν ότι δεν υπάρχουν οικονομικά περιθώρια για διακοπές, καθώς κόβουν περιττές δαπάνες για να αντιμετωπίσουν άλλες άμεσες ανάγκες των οικογενειών τους, ενώ δεν είναι λίγοι οι μαθητές που δεν δηλώνουν συμμετοχή σε πολυήμερες εκδρομές του σχολείου ή της τάξης τους κυρίως για οικονομικούς λόγους.

(πηγή: news.in.gr)

Share
Κατηγορίες: ΕΙΔΗΣΟΥΛΕΣ | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Αντιδράσεις προκαλεί η «λευκή εβδομάδα» για τα σχολεία

«Λευκή εβδομάδα» με κλειστά σχολεία το Μάρτιο

Της Λένας Κισσάβου

Ο ΝΕΟΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Σκοπός η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, μετά από αίτημα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων.

«Λευκή εβδομάδα» ή αλλιώς «σχολική ανάπαυλα», τιτλοφορείται ο νέος τουριστικός θεσμός στη χώρα μας, που θα εφαρμοστεί από φέτος και συγκεκριμένα το χρονικό διάστημα μετά την Καθαρά Δευτέρα, στις 4-7 Μαρτίου, όπου για πρώτη φορά στην ιστορία θα κλείσουν τα σχολεία, για διακοπές.

Πρόκειται για μια κατάκτηση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, που αποτελούσε χρόνιο αίτημά της, με σκοπό την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και μόλις πρόσφατα σε σύσκεψη των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της με αρμόδιους υπουργούς και τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά, εγκρίθηκε η άμεση υλοποίησή του.

Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του Δ.Σ. της Ομοσπονδίας και πρόεδρο της Ένωσης Ξενοδόχων νομού Μαγνησίας, κ. Κώστα Λεβέντη, η πρόταση των ξενοδόχων βρήκε σύμφωνους τους υπουργούς Τουρισμού, Παιδείας και Εργασίας, οι οποίοι δρομολογούν αντίστοιχα στα υπουργεία τους, τις απαραίτητες διαδικασίες εφαρμογής της.

Όπως αναφέρει ο κ. Λεβέντης, ο εν λόγω θεσμός, υλοποιείται εδώ και χρόνια σε χώρες της Ευρώπης, με τον τίτλο «Λευκές εβδομάδες», κατά τις οποίες τα σχολεία κλείνουν για να δοθεί η δυνατότητα σε οικογένειες να εκδράμουν σε χιονισμένους ορεινούς προορισμούς, εξ ού και ο τίτλος «Λευκές».

Μια …πρώτη γεύση του θεσμού, είχε πάρει η χώρα μας το 2004, όπου για μοναδική φορά (μέχρι και σήμερα), στο πλαίσιο Ευρωπαϊκού προγράμματος, που αφορούσε στην παιδεία, τα σχολεία χρηματοδοτήθηκαν για την οργάνωση τετραήμερων και πενθήμερων ψυχαγωγικών εκδρομών, σε ορεινούς προορισμούς. Ο κ. Λεβέντης επισημαίνει δε ότι, καταλύματα του Πηλίου είχαν φιλοξενήσει τότε, 5.000 μαθητές.

«Σχολική ανάπαυλα», αποφασίστηκε να τιτλοφορείται επίσημα στη χώρα μας, η ετήσια πλέον εφαρμογή του θεσμού, από φέτος, που θα παρατείνει την περίοδο του χειμερινού τουρισμού και σύμφωνα με τα όσα προβλέπεται να γίνουν, ο κ. Λεβέντης, μας είπε: «Στις 4 με 7 Μαρτίου 2014, ( μετά την Καθαρά Δευτέρα στις 3 Μαρτίου), θα παραμείνουν κλειστά τα σχολεία, για να μπορούν οι οικογένειες να εκδράμουν σε ορεινούς προορισμούς και να απολαύσουν το πλούσιο φυσικό περιβάλλον των βουνών μας και τα χιονισμένα τοπία του.

Κίνητρο για τέτοιες εξορμήσεις θα δώσουν οι ειδικές χαμηλές τιμές, έως και 50% μειωμένες, στα καταλύματα, που θα οριστεί να ισχύσουν από τις κατά τόπους Ενώσεις Ξενοδόχων, για την περιοχή τους αντίστοιχα».

Αναλυτικότερα για τη σημασία του θεσμού, ο κ. Λεβέντης τονίζει: «Η πρωτοβουλία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, μόνο στη θετική κατεύθυνση για την ενίσχυση του εσωτερικού τουρισμού μπορεί και πρέπει να χαρακτηριστεί.

Η διαφοροποίηση των θετικών δεικτών του εισερχόμενου τουρισμού με τους αρνητικούς δείκτες του εσωτερικού τουρισμού, στην ουσία έχει οδηγήσει στην κατάρρευση της εσωτερικής αγοράς τουρισμού.

Όσο καλά και αν εξελίσσεται ο εισερχόμενος τουρισμός, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων αλλά και προορισμών ολόκληρων σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, βασίζεται στην εσωτερική μας αγορά, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο πρόεδρός μας, κ. Γιάννης Ρέτσιος.

Η Θεσσαλία, κατ’ εξοχήν προορισμός εσωτερικού τουρισμού στην 12μηνη τουριστική περίοδό της με τον χειμερινό τουρισμό να έχει πληγεί λόγω της οικονομικής κρίσης που οι Έλληνες βιώνουν, με το γνωστό αποτέλεσμα της μείωσης των εισοδημάτων τους, μόνο θετική επίδραση θα έχει στην υλοποίηση της «σχολικής ανάπαυλας».

Η θετική θέση του ίδιου του πρωθυπουργού ,ο οποίος έδωσε οδηγίες για την άμεση εφαρμογή στο 2014 και η σύμφωνη γνώμη της υπουργού κας Όλγας Κεφαλογιάνη μας δίδει την εφαρμογή της πρωτοβουλίας να υλοποιείται άμεσα.

Βασικό ρόλο θα παίξουν οι τοπικές ενώσεις ξενοδόχων, οι οποίες θα συντονίσουν τα μέλη τους για χαμηλές τιμολογιακές πολιτικές στην περίοδο της «σχολικής ανάπαυλας», που θα οριστεί από το υπουργείο παιδείας προκειμένου να έχει επιτυχία η δράση».

Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ Π.Ο.Ξ.

Μεταξύ των προτάσεων που είχε καταθέσει η ΠΟΞ, αυτή που αφορά στη «σχολική ανάπαυλα», έχει ως εξής: « Δημιουργία μιας περιόδου «σχολικής ανάπαυλας» διάρκειας μιας εβδομάδας, με επίκεντρο την Καθαρά Δευτέρα. Τούτο μπορεί να συμβεί εφόσον κλείσουν τα σχολεία τις 4 επόμενες της αργίας ημέρες. Πρόκειται για μια ενέργεια που λειτουργεί εδώ και χρόνια, με καλά αποτελέσματα, σε αρκετές χώρες του εξωτερικού (σκι για τις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης προκειμένου να ενισχυθούν τα χειμερινά θέρετρα) και που εφόσον συνδυαστεί με ενημερωτική καμπάνια από το Υπουργείο Τουρισμού και με δελεαστική τιμολογιακή πολιτική από τα μέλη της Π.Ο.Ξ, (π.χ. δωρεάν διαμονή για τα παιδιά εντός του δωματίου των γονέων ή/και έκπτωση έως και 50% σε ξεχωριστό δωμάτιο), θα δρούσε άκρως θετικά στην κατεύθυνση της τόνωσης του χειμερινού τουρισμού της χώρας μας. Σε περίπτωση που τίθεται ζήτημα απώλειας διδακτικών ωρών, τούτες κάλλιστα θα μπορούσαν να αναπληρωθούν είτε από την περικοπή των σχολικών περιπάτων που αριθμούνται σε πέντε στη διάρκεια του διδακτικού έτους, είτε με την επίσπευση της έναρξης της προσεχούς σχολικής χρονιάς κατά δύο μέρες, συνδυαστικά με την επιμήκυνσή της κατά δύο μέρες, είτε με συνδυασμό των ανωτέρω. Παρότι η επιτυχία του εγχειρήματος έχει αποδειχθεί από τη διεθνή πρακτική, αποδεχόμαστε την πιλοτική εφαρμογή για την προσεχή σχολική χρονιά, με το βασικό επιχείρημα ότι ο χειμώνας που θα διανύσουμε θα είναι καθοριστικός για τη χώρα και την οικονομία της, σε όλα τα επίπεδα».

(πηγή: eleftheria.gr)

Share
Κατηγορίες: ΕΙΔΗΣΟΥΛΕΣ | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο «Λευκή εβδομάδα» με κλειστά σχολεία το Μάρτιο

Μy School – Kοινή ανακοίνωση Ένωσης Γονέων & Συλλόγου Εκπαιδευτικών ”Περικλής”

ΜΥ SCHOOL: Πρόγραμμα «Φακελώματος» του ΔΙΚΟΥ ΜΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ, ΤΟΥ ΔΙΚΟΥ ΜΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ, ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΜΟΥ!

1949 κυκλοφορεί το βιβλίο του Τζ.Όργουελ  «1984» στο οποίο προφητικά παρουσιάζεται ένα ζοφερό μέλλον όπου όλα και όλοι ελέγχονται από τον Μεγάλο Αδερφό…

2013  – Το Υπουργείο Παιδείας προσπαθεί, στα πλαίσια  «της αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού της πληροφοριακής υποδομής του, … των σχολικών μονάδων και των αποκεντρωμένων διοικητικών δομών του» να επιβάλει την πλατφόρμα «Μy School» ένα πρόγραμμα όπου θα συμπληρώνονται σε καθημερινή βάση ποικίλες πληροφορίες που αφορούν τα προσωπικά δεδομένα των μαθητών, των γονέων και των εκπαιδευτικών.

Μια βάση δεδομένων όπου:

  • καταγράφονται οι απεργίες και η “συνεργασιμότητα” των εκπαιδευτικών, οι επιδόσεις, οι έλεγχοι, τα απολυτήρια, οι μετακινήσεις αλλά και  η κοινωνική συμπεριφορά των μαθητών και νηπίων. Και θα προσπαθήσουν να μας δελεάσουν λέγοντάς μας ότι μπορούμε με ένα «κλικ» και να βλέπουμε on line τις επιδόσεις και τις απουσίες των παιδιών μας. Αναρωτιόμαστε: Το on line σύστημά τους βλέπει τον μαθητή/ νήπιο που υποσιτίζεται ή τον μαθητή/νήπιο που κρυώνει;
  • Τα τμήματα και τα σχολεία θα φτιάχνονται στη λογική των αριθμών και όχι των πραγματικών αναγκών. Θα εξυπηρετείται έτσι η γρήγορη «διάθεση» των εκπαιδευτικών ανά περιφέρεια, αφού θα «περισσεύουν».
  • Το κάθε σχολείο ως μαγαζάκι θα ανεβάζει τις επιδόσεις του, τις «δράσεις» και τις «καινοτομίες του», προκειμένου να ψαρεύει πελάτες. Καλώς ήρθατε στο virtual σχολείο, της ψηφιακής σαλάτας, της αυτονομίας που θα έχει ως σκοπό να βρίσκει χορηγούς προκειμένου να λειτουργεί και 
  •  «Ο κάθε μαθητής και εκπαιδευτικός θα φτιάχνει το «προφίλ» του σε ένα ψηφιακό περιβάλλον που θα παρέχει το «χώρο» και τα «εργαλεία» για να εξυπηρετεί και να αναβαθμίζει αυτό που ήδη συμβαίνει στο σχολείο. Θα είναι ο προσωπικός χώρος κάθε μαθητή/νηπίου και κάθε εκπαιδευτικού. Ένας ψηφιακός χώρος συνάντησης και συνεργασίας. Το ατομικό αποθετήριο περιεχομένου και εφαρμογών. Αλλά και ένας χώρος προβολής της δουλειάς τους». Αυτό το portfolio θα τους ακολουθεί μια ζωή, γι’ αυτό είναι απαραίτητο το ΑΜΚΑ. Είναι ο «σύνδεσμος» του νέου ανθρώπου ως μαθητή και ως εργαζόμενου αύριο…(Ο ΑΜΚΑ δε, θα είναι εύκολα  αναζητήσιμος από τον καθένα από σχετική ιστοσελίδα).

Μια τέτοια βάση δεδομένων, η οποία θα προωθεί – εξυπηρετεί το συγκεκριμένο περιεχόμενο σπουδών, την κατηγοριοποίηση των σχολείων,  την «σπιουνιά», την ποινικοποίηση της συμπεριφοράς εκπαιδευτικών – μαθητών και την κινητικότητά τους δεν την έχουμε ανάγκη.

Το My School είναι ένα ακόμα εργαλείο στα χέρια τους, για να μπορέσουν με επιτυχία να ασκήσουν την αντιεκπαιδευτική τους πολιτική. Ένας ακόμα πίνακας, μέσα στον οποίο όλοι εμείς,  οι εκπαιδευτικοί και τα παιδιά μας είμαστε αριθμοί σε κουτάκια. Και ο εκάστοτε υπουργός, ως Μεγάλος Αδελφός, θα μπορεί να αποφασίζει ποια κουτάκια πρέπει να μετακινηθούν (μεταθέσεις), ποια να ενωθούν (συγχωνεύσεις τμημάτων ή σχολείων) και ποια να διαγραφούν (απολύσεις).

Αδυνατούμε να δεχθούμε τον καλοπροαίρετο στόχο της συλλογής σε κεντρικό επίπεδο όλων αυτών των στοιχείων για όλους τους μαθητές/νήπια, τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς όλης της χώρας όπως π.χ.

  • ο ΑΜΚΑ των μικρών μαθητών/νηπίων.
  • το επάγγελμα των γονέων (άσχετα αν είναι άνεργος ή σε καθεστώς κινητικότητας)
  • το ποινολόγιο των μαθητών (αποβολές, επιπλήξεις, διαγωγή)
  • η συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε απεργίες ή στάσεις και μάλιστα σε ποιές.

Είναι φανερό ότι παραβιάζονται τα προσωπικά δεδομένα των μαθητών/νηπίων.
Είναι φανερό ότι παραβιάζονται τα προσωπικά δεδομένα των γονέων
Είναι φανερό ότι φακελώνονται οι καθηγητές,  οι δάσκαλοι και οι νηπιαγωγοί.

Αναρωτιόμαστε ποια ουσιαστική ανάγκη μπορεί να καλύψει μια τέτοιου είδους καθημερινή απογραφή και σε ποιών τα χέρια θα φτάσουν αυτά τα στοιχεία. Με ποιόν τρόπο και ποιος θα μας διασφαλίσει το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών.

Οφείλουμε ως γονείς να υποψιαστούμε τα χειρότερα και να περιφρουρήσουμε τα παιδιά μας.

Γι’ αυτό ζητάμε από τους γονείς να μην δίνουν τα στοιχεία των παιδιών τους, τους διευθυντές των σχολείων να αρνηθούν να παίξουν το ρόλο του «απογραφέα» και το Υπουργείο Παιδείας να το αποσύρει.

Γιατί στο χέρι μας είναι το «1984» να μη καταγραφεί ως μέλλον αλλά ως παρελθόν.

Αγία Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2014

ΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

Share
Κατηγορίες: ΕΙΔΗΣΟΥΛΕΣ | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Μy School – Kοινή ανακοίνωση Ένωσης Γονέων & Συλλόγου Εκπαιδευτικών ”Περικλής”

Οι γονείς πληρώνουν για το πετρέλαιο στα σχολεία της Νάουσας

Συνοπτική παρουσίαση της ομιλίας του προέδρου της Ένωσης Γονέων Νάουσας:

Αναφορά στην σειρά των γεγονότων (οι βασικοί σταθμοί): Απόφαση για κλείσιμο του 4ου Δημ. Σχολείου από τον Σύλλογο Γονέων 20/11/13, κινητοποίηση στο Δημαρχείο την Πέμπτη 21/11/13. Γενική Συνέλευση της Ένωσης Γονέων 25/11/13 και την Τετάρτη 27/11/13 μεγάλο συλλαλητήριο διαμαρτυρίας.

• Την μέρα της κινητοποίησης στο Δημαρχείο στάλθηκε έγγραφο του Δημάρχου στον Υπουργό Μιχελάκη, ενώ η 4η δόση είχε υπογραφεί μια μέρα νωρίτερα στις 20/11/13. Κοροϊδία των γονέων και των μαθητών της πόλης από την Δημοτική αρχή.

• Παρότι έχουμε προειδοποιήσει έγκαιρα, ασχολήθηκαν μόνο αφού άρχισαν οι διαμαρτυρίες. Δεν μπορεί να αποκρυφτεί ότι χάρη στην κινητοποίηση των Συλλόγων και της Ένωσης Γονέων δόθηκαν έκτακτα τα 12 εκατομμύρια στα σχολεία της χώρας. Ο Δήμαρχος προσπάθησε να καπηλευτεί τον αγώνα μας, ενώ δεν έκανε τίποτα και όταν η είδηση για το κονδύλι δόθηκε αυτός ήταν στο δρόμο για την Αθήνα!! Με δηλώσεις στα κανάλια εμφανίστηκε πρωταγωνιστής αλλά εκτός από την επικοινωνία με το ίδρυμα του Σόρος, δεν διεκδίκησε στην ουσία τίποτα.

• Οι γονείς ήμασταν καλοί μέχρι την κινητοποίηση μας, είχαμε θεσμικό ρόλο γι αυτό και ζήτησε να μιλήσει στη συγκέντρωση της πλατείας, εκεί φάνηκε υποστηρικτής μας και είπε τα καλύτερα.

• Μόλις του επιδόσαμε ψήφισμα με το οποίο αρνούμασταν το πετρέλαιο του Σόρος γίναμε οι κακοί, οι κομματικοί, που κλείσαμε τα εργοστάσια, το νοσοκομείο, το πανεπιστήμιο, σχολή αστυνομίας, ΙΚΑ, ΤΕΒΕ, Εφορία, Χιονοδρομικό, Δημοτικές επιχειρήσεις και ίσως να φταίμε και για το χαλάζι που έπεσε.

• Έτσι ξαφνικά γίναμε «αστείοι και γραφικοί». Τολμάνε και μιλάνε για αστειότητες ποιοί;

– αυτοί που ξαμολήθηκαν στα σχολεία, χωρίς ίχνος ντροπής και μετρούσαν το πετρέλαιο που έχουν οι δεξαμενές μην πιστεύοντας τους διευθυντές.

– αυτοί που ψάχνουν να βρούνε δεκανίκια σε κομματικά στελέχη και σε απειροελάχιστη μερίδα του τύπου (χάρισμα τους και οι δύο)

– αυτοί που συκοφάντησαν ανθρώπους ότι πήραν πετρέλαιο από τον Σόρος (πχ. Γκλέτσος)

– αυτοί που βρίσκονται κάτω από κομματικές ομπρέλες και δέχονται εντολές άνωθεν…

Όλα αυτά αν δεν είναι αστειότητες, τότε ποια είναι; Εμείς δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα επαγγελματία σωτήρα να προσβάλλει τους γονείς με αυτόν τον τρόπο!

Αν κάποιος πρέπει να σέβεται κάποιον είναι αυτοί οι ίδιοι. Πρέπει να σέβονται τη αγωνία μας για τα παιδιά μας. Για το παρόν και το μέλλον τους.

Εμείς αγωνιζόμαστε αφιλοκερδώς, δεν έχει καμιά σημασία μόνο πόσοι είμαστε, αν ανήκουμε κάπου και πού ανήκουμε. Σημασία έχει τι ζητάμε:

ΕΙΜΑΣΤΕ ΧΙΛΙΑΔΕΣ αυτό το αποδείξαμε, ΖΗΤΑΜΕ ΤΑ ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ: Αξιοπρέπεια και σεβασμό από αυτούς που εμείς τοποθετήσαμε εκεί που είναι, να υπηρετήσουν τις ανάγκες μας. Να δημιουργήσουν τις δυνατότητες στα παιδιά μας να είναι ισοδύναμα, αν όχι καλύτερα σ΄ αυτή την χώρα και στον κόσμο. Όχι μίζερες σκιές, που θα ξέρουν να διαχειρίζονται την φτώχεια τους αντί να αγωνίζονται για την ποιότητα της ζωής, της εργασίας, της μάθησης.

– Τονίζουμε και σήμερα πως η Πολιτεία είναι υπεύθυνη για την κάλυψη των αναγκών των σχολείων γι αυτό και απευθυνθήκαμε προς τα εκεί και συνεχίζουμε από εκεί να διεκδικούμε. Αυτοί όχι!! Γιατί άραγε;

– Κοντά στα άλλα μας κατηγορούν ότι καταψηφίζουμε τα κονδύλια. Πραγματικά αυτό κάναμε γιατί από 700.000€ ετήσια φτάσαμε στα 300.000€ για περισσότερα σχολεία και θα πιάσουμε πάτο όπως πάει. Ήμασταν πάντα υπέρ της αγωνιστικής διεκδίκησης και το αποτέλεσμα τόσο της αρνητικής ψήφου όσο και του αγώνα μας μας δικαιώνει.

– Θέλουν στις επιτροπές ανθρώπους χωρίς γνώμη και άποψη, χωρίς ιδέες. Θέλουν να γίνεται το δικό τους (…αναφορά στη σύνθεση των επιτροπών… στην υπολειτουργία τους και στον περιορισμένο ρόλο της ψήφισης των κατανομών).

– Η συντήρηση των σχολικών κτιρίων είναι κάκιστη γίνεται με άπειρες οχλήσεις και παρακάλια. Τι κάνουν γι αυτό το θέμα, μιας και καμώνονται τον υπεύθυνο; Τίποτα, το θάβουν κάνοντας πλάτες στην κυβέρνηση.

– Η καθαριότητα στα σχολεία καρκινοβατεί. Οι διευθυντές θεωρούνται υπεύθυνοι, αλλά τους κάνουν υποδείξεις να δώσουν προτεραιότητα στη θέρμανση!

– Μιλάνε για ορθή διαχείριση της κατανάλωσης πετρελαίου. Πως όμως; Συστήνοντας να κλείνουν οι λέβητες από τις 10 το πρωί! Αυτό είναι έγκλημα, αν συνεχιστεί θα αντιδράσουμε. Στα ολοήμερα που λειτουργούν περισσότερες ώρες, η κατάσταση είναι δραματική.

– Είμαστε αντίθετοι τόσο στην μετάθεση ευθυνών στους γονείς και στους εκπαιδευτικούς όσο και στην στροφή στους «καλοκάγαθους» χορηγούς. Που αφού ρουφάνε το αίμα των λαών εμφανίζονται ως σωτήρες τους, όπως ο Τζ. Σόρος. Είναι τυχαίο πως όπου πήγε για εκμετάλευση ο Σόρος, ξεκίνησε με χορηγίες στα σχολεία;;; Η θέση μας υπάρχει πριν εμφανιστεί ο Σόρος, τώρα απλά δυναμώνει και κερδίζει έδαφος. Κι αυτό την ώρα που ο Δήμος μας ψάχνει την εύκολη επαφή και συνεργασία με απατεώνες που καταζητούνται στη μισή υφήλιο και την ίδια ώρα καταστρέφουν την άλλη μισή! Εμείς δεν είπαμε τις τερατολογίες που ισχυρίζεται ο Δήμαρχος, είπαμε όμως με βάση την τακτική αυτού του είδους «σωτήρων» ότι δεν δεχόμαστε με τις δικές μας πλάτες να παίξει και στη χώρα μας τα πολιτικοοικονομικά παιχνίδια του, αυτά που παίζει στις άλλες χώρες.

– Ας μάθουν κάποτε ορισμένοι πως Δημοκρατία είναι να ακούς τι έχει ο άλλος να σου πει, να του δίνεις το δικαίωμα να έχει άποψη και να μπορεί να την εκφράσει ανεμπόδιστα στην εποχή μας. Εμείς αυτό κάναμε. Είπαμε την άποψη μας, ότι δηλαδή δεν θέλουμε τα παιδιά μας και η κοινωνία μας να γίνουν αποδέκτες της «φιλανθρωπίας» ενός απατεώνα, εν’ος ανθρώπου που ποτέ δεν έκανε τίποτα χωρίς αντάλλαγμα, χωρίς βλέψεις οικονομικής ωφέλειας.

– Λέει ο Δήμαρχος «Εγώ θα το φέρω το πετρέλαιο και δεν μ΄ενδιαφέρει τι λένε αυτοί!! Άλλωστε ποιοι είναι που θα τους δώσω λογαριασμό;» Λογαριασμό Δήμαρχε δεν είδαμε να δίνεις, ούτε στο Δημοτικό Συμβούλιο, απ΄το οποίο δεν πήρες έγκριση να κάνεις αυτά που κάνεις με τον Σόρος. Λογαριασμό μπορεί να μην δίνεις στα ντουβάρια, που όπως λες είσαι υπεύθυνος όταν όμως έχεις να κάνεις με τα δικά μας τα παιδιά ΚΑΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΘΑ ΔΙΝΕΙΣ ΚΑΙ ΣΕΒΑΣΜΟ ΘΑ ΔΕΙΧΝΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΟΧΗ ΘΑ ΒΑΡΑΣ.

– Σχετικά με την κατάσταση της θέρμανσης στα σχολεία: Δεν έχουμε ενημέρωση για το αν εκταμιεύτηκαν τα 66.600€ της έκτακτης επιχορήγησης ούτε αν μπήκε το Σοροπετρέλαιο. Οφείλουν να ενημερώνουν μιας και είμαστε στις επιτροπές αυτές. Ψιλά γράμματα βέβαια. Πριν τις γιορτές πήραμε την Δ΄ δόση 78.800€ και εγκρίθηκε η έκτακτη των 66.600€. Από τα άλλα 4 εκατομμύρια που υπεγράφησαν περιμένουμε την κατανομή συν την 1η δόση του 2014 τον επόμενο μήνα πιστεύουμε.

Ευχόμαστε να μην ασχοληθούμε ξανά μ΄αυτό το θέμα, διότι και η δουλειά μας δεν είναι αυτή αλλά και γιατί τέτοια στάση και συμπεριφορά προσβάλλει εμάς, τα παιδιά μας αλλά και την κοινωνία μας. Πάντα θα έχουμε άποψη, θα παρακολουθούμε τα γεγονότα και αν χρειαστεί που το απευχόμαστε θα μας ξαναβρούν μπροστά τους. Όχι μόνο οι τοπικοί ηγέτες αλλά και οι κυβερνώντες την χώρα. Άλλωστε γι αυτό υπάρχουν οι Ενώσεις μας, οι Ομοσπονδίες, και οι Συνομοσπονδίες για να διεκδικούν το καλύτερο για τα παιδιά μας.

Ευχαριστώ. 

(πηγή: alfavita.gr)

Share
Κατηγορίες: ΕΙΔΗΣΟΥΛΕΣ | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Οι γονείς πληρώνουν για το πετρέλαιο στα σχολεία της Νάουσας