Φαινόμενα παραποίησης, χειραγώγησης ή απλά προχειρότητας σημειώνονται ακόμη και στον επιστημονικό κλάδο. Πιθανότατα όμως πολλά από αυτά δεν έρχονται ποτέ στο φως.
Η γιαπωνέζα επιστήμονας της Εξελικτικής Βιολογίας Χαρούκο Ομποκάτα διατεινόταν ότι είχε ανακαλύψει μία απλή μέθοδο μετατροπής κοινών σωματικών κυττάρων σε βλαστοκύτταρα. Μικρό διάστημα μετά τη δημοσίευση της σχετικής μελέτης στο επιστημονικό περιοδικό Nature τον περασμένο Ιανουάριο, βρέθηκε αντιμέτωπη με κατηγορίες συναδέλφων της, οι οποίοι αδυνατούσαν να αναπαράγουν τα ερευνητικά αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης. Της επέρριψαν επίσης αντιγραφή και λογοκλοπή. Το ινστιτούτο Εξελικτικής Βιολογίας Riken Center στο Κόμπε της Ιαπωνίας της συνέστησε να αποσύρει την έρευνά της. Μετά από αρχικές αντιστάσεις η Ομποκάτα το έπραξε.
Η περίπτωση της γιαπωνέζας ερευνήτρια δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση. Ωστόσο «η επιστημονική απάτη δεν είναι μαζικό φαινόμενο», επισημαίνει ο Μάρκο Φινέτι, εκπρόσωπος της Γερμανικής Εταιρείας Ερευνών (DFG), η οποία έχει συστήσει επιτροπή ελέγχου καταγγελιών για απάτες στο επιστημονικό πεδίο. Όπως λέει ο ίδιος, η επιτροπή εξέτασε τα τελευταία 15 χρόνια 500 ύποπτες υποθέσεις. Στις περισσότερες εξ αυτών επρόκειτο για πρόχειρη ή λανθασμένη απόδοση παραθεμάτων και για λογοκλοπή. «Η κραυγαλέα παραποίηση στοιχείων αποτελεί εξαίρεση», συμπληρώνει. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν συμβαίνει.
Βάρος στην ηθική διάσταση της επιστήμης
Πειραματικά αποτελέσματα που παρατίθενται στο πλαίσιο ερευνών είναι ορισμένες φορές λανθασμένα, επισημαίνει στη DW ο Χάιμο Ρος, συντάκτης στις επιστημονικές επιθεωρήσεις «Εφαρμοσμένη Χημεία» (Angewandte Chemie) και «European Journal of Organic Chemistry (Ευρωπαϊκή Επιθεώρηση Οργανικής Χημείας). «Αυτό συμβαίνει συχνά: ανεπιθύμητα μηνύματα διαγράφονται», συμπληρώνει. Σύμφωνα με τον Μάρκο Φινέτι από την DFG, μερικές φορές η απάτη γίνεται αντιληπτή μόνο όταν εξειδικευμένοι επιστήμονες επιχειρούν να αναπαραγάγουν τα ερευνητικά αποτελέσματα.
Τα αίτια των κρουσμάτων εξαπάτησης και παραποίησης είναι αρκετά. Ένα είναι οι πιέσεις που ασκεί ο ακαδημαϊκός κύκλος σε επιστήμονες, εξηγεί η Έβα Βίλε, αντιπρόεδρος του εκδοτικού οίκου Wiley-VCH, υπογραμμίζοντας ότι «οι χρηματοδότες και οι πολιτικοί ασκούν τεράστιες πιέσεις, θέλουν να δουν ένα αντίκρισμα των επενδύσεων και των ερευνητικών κονδυλίων». Είναι επίσης γεγονός ότι όποιος καταφέρει να κάνει αρκετές δημοσιεύσεις σε φημισμένα επιστημονικά περιοδικά, αποκτά ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδοτικά προγράμματα. Αυτό επιβεβαιώνει στη DW και ένας 35χρονος βιοχημικός, ο οποίος θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του. Όπως είπε, ριψοκίνδυνα ερευνητικά πρότζεκτ αποφεύγονται και αντ’ αυτών προτιμώνται άλλα που διασφαλίζουν στους επιστήμονες κατά το δυνατόν περισσότερες δημοσιεύσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο 35χρονος επιστήμονας λέει με λύπη ότι οι καθηγητές σήμερα δεν έχουν χρόνο να καθοδηγήσουν τους φοιτητές τους λόγω υπέρογκου φόρτου εργασίας. Αυτό μπορεί να οδηγήσει κάλλιστα σε λανθασμένα ερευνητικά αποτελέσματα, επισημαίνει η Έβα Βίλε. Όπως λέει, είναι πολύ σημαντικό οι φοιτητές να «μυούνται» από το πρώτο εξάμηνο των σπουδών τους και την ηθική διάσταση της επιστήμης τους.
(πηγή: deutsche welle -dw.de- Brigitte Osterath / ΆρηςΚαλτιριμτζής, Υπεύθ. σύνταξης: ΚώσταςΣυμεωνίδης)